Αυλάκι στα σουηδικά
Μετάφραση: αυλάκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fåra, räffla, ränna, Plogfåran, fåran, Furrow, tilt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυλάκι
αυλάκι πόρτο ράφτη, αυλάκι για πότισμα, αυλάκι πόρτο ράφτη χάρτης, αυλάκι παραλία, αυλάκι χάρτης, αυλάκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, αυλάκι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αυθορμητισμός στα σουηδικά - spontanitet, spontaniteten, spontana, spontaneity, spontan
- αυθόρμητος στα σουηδικά - spontan, spontant, unprompted
- αυλή στα σουηδικά - gård, rätt, domstol, hov, gården, innergård, innergården
- αυλαία στα σουηδικά - gardin, ridå, förhänge, gardinen, ridån
Τυχαίες λέξεις
Αυλάκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fåra, räffla, ränna, Plogfåran, fåran, Furrow, tilt
Μεταφράσεις: fåra, räffla, ränna, Plogfåran, fåran, Furrow, tilt