Relik στα ελληνικά

Μετάφραση: relik, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόλειμμα, λείψανο, Relic, Το Relic, Λειψάνων, Σκηνώματος
Relik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • religion στα ελληνικά - θρησκεία, τη θρησκεία, Η θρησκεία, Θρησκείας, της θρησκείας
  • religiös στα ελληνικά - θρησκευτικός, θρήσκος, θρησκευόμενος, θρησκευτικές, θρησκευτικών, θρησκευτική, θρησκευτικής
  • reling στα ελληνικά - κουπαστή, κουπαστής, πλευρικού διαδρόμου καταστρώματος, πλευρικού διαδρόμου, πλευρικός διάδρομος καταστρώματος
  • relä στα ελληνικά - σκυταλοδρομία, αναμετάδοση, ρελέ, Relay, Αναδιανομής, αναμετάδοσης
Τυχαίες λέξεις
Relik στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόλειμμα, λείψανο, Relic, Το Relic, Λειψάνων, Σκηνώματος