Rov στα ελληνικά
Μετάφραση: rov, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βορά, νταμάρι, λεία, θήραμα, θύμα, αρπακτικών, τη λεία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rot στα ελληνικά - ρίζα, ρίζας, root, ριζικό, ριζών
- rotera στα ελληνικά - περιστρέφω, περιστρέφομαι, περιστρέψετε, περιστρέφεται, περιστρέψτε, περιστρέφονται, περιστραφεί
- rova στα ελληνικά - γογγύλι, γογγύλια, Turnip, γογγυλιών, Τυ.Γ
- rubba στα ελληνικά - κινώ, μετακομίζω, σαλεύω, κίνηση, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Rov στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βορά, νταμάρι, λεία, θήραμα, θύμα, αρπακτικών, τη λεία
Μεταφράσεις: βορά, νταμάρι, λεία, θήραμα, θύμα, αρπακτικών, τη λεία