Sanslös στα ελληνικά

Μετάφραση: sanslös, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναίσθητος, παράλογος, ανόητος, παράλογη, παράλογο
Sanslös στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sanningsenlig στα ελληνικά - αληθής, αληθείς, ειλικρινείς, ειλικρινής, ειλικρινή
  • sannolik στα ελληνικά - εύσχημος, πιθανά, αληθοφανής, μάλλον, πιθανόν, πιθανός, πιθανή, ...
  • sardin στα ελληνικά - σαρδέλα, σαρδέλλα, σαρδέλας, της σαρδέλας, σαρδέλλας
  • sarkasm στα ελληνικά - σαρκασμός, σαρκασμό, σαρκασμού, το σαρκασμό, τον σαρκασμό
Τυχαίες λέξεις
Sanslös στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναίσθητος, παράλογος, ανόητος, παράλογη, παράλογο