Αναίσθητος στα σουηδικά
Μετάφραση: αναίσθητος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sanslös, medvetslös, omedvetna, omedveten, medvetslösa, omedvetet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναίσθητος
αναίσθητος άνθρωπος, αναίσθητος english, αναίσθητοσ συνώνυμα, αναίσθητος συνώνυμο, αναίσθητος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αναίσθητος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανίχνευση στα σουηδικά - detektion, detektering, upptäckt, detekterings, upptäcka
- αναίδεια στα σουηδικά - cockiness, kaxighet, kaxiga
- αναίσχυντα στα σουηδικά - shamelessly, skamlöst, skam, fräckt, ett skamlöst
- αναβάθμιση στα σουηδικά - uppdatera, uppgradering, uppgraderingen, uppgraderings, uppgradera
Τυχαίες λέξεις
Αναίσθητος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sanslös, medvetslös, omedvetna, omedveten, medvetslösa, omedvetet
Μεταφράσεις: sanslös, medvetslös, omedvetna, omedveten, medvetslösa, omedvetet