Slyngel στα ελληνικά

Μετάφραση: slyngel, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, αλήτης, προχειροφτιάχνω, τιποτένιος, εκτελώ ατεχνώς
Slyngel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • slutsats στα ελληνικά - έκβαση, λήξη, τεύχος, θέμα, επίπτωση, συμπέρασμα, σημασία, ...
  • slutta στα ελληνικά - κλίνω, γέρνω, πλαγιά, κατηφορίζω, κλίση, Slope, πρανών, ...
  • släcka στα ελληνικά - σβήνω, απόσβεσης, σβέσης, της απόσβεσης, κατασταλτικού, σβέσεως
  • släde στα ελληνικά - έλκηθρο, έλκηθρα, με έλκηθρο, έλκηθρο του, με έλκηθρα
Τυχαίες λέξεις
Slyngel στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, αλήτης, προχειροφτιάχνω, τιποτένιος, εκτελώ ατεχνώς