Spegel στα ελληνικά

Μετάφραση: spegel, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικατοπτρίζω, καθρέφτης, καθρέπτης, καθρέφτη, καθρέπτη, κάτοπτρο
Spegel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • speciell στα ελληνικά - ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
  • speciellt στα ελληνικά - ειδικά, ιδίως, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα
  • spekulant στα ελληνικά - κερδοσκόπος, κερδοσκόπο, παίκτης χρηματιστηρίου, παίκτη χρηματιστηρίου, κερδοσκόπου
  • spel στα ελληνικά - παίζω, έργο, παιχνίδι, παριστάνω, αναπληρωματικός, παιχνιδιού, το παιχνίδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Spegel στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικατοπτρίζω, καθρέφτης, καθρέπτης, καθρέφτη, καθρέπτη, κάτοπτρο