Tidning στα ελληνικά
Μετάφραση: tidning, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτί, χαρτένιος, εφημερίδα, εφημερίδας, εφημερίδων, εφημερίδες, την εφημερίδα
Μεταφράσεις
- tid στα ελληνικά - φορά, καιρός, ώρα, χρόνος, χρόνο, χρόνου
- tidig στα ελληνικά - νωρίς, πρώιμος, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
- tidpunkt στα ελληνικά - ημερομηνία, χουρμάς, ώρα, χρόνος, φορά, χρόνο, χρόνου
- tidskrift στα ελληνικά - ανασκόπηση, αναθεωρώ, περιοδικό, ανασκοπώ, κριτική, ημερολόγιο, εφημερίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Tidning στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτί, χαρτένιος, εφημερίδα, εφημερίδας, εφημερίδων, εφημερίδες, την εφημερίδα
Μεταφράσεις: χαρτί, χαρτένιος, εφημερίδα, εφημερίδας, εφημερίδων, εφημερίδες, την εφημερίδα