Trötta στα ελληνικά

Μετάφραση: trötta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπος, κόπωση, κουράζω, εξαντλώ, κουρασμένος, εξαντλημένος, κούραση, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
Trötta στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • trösta στα ελληνικά - καταπραΰνω, παρηγοριά, παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, ...
  • trött στα ελληνικά - κουρασμένος, εξαντλημένος, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένη, κουρασμένα
  • tröttna στα ελληνικά - κουράζω, εξαντλώ, λάστιχο, ρόδα, ελαστικών, ελαστικού, ελαστικό
  • tsar στα ελληνικά - τσάρος, Czar, Τσάρου, τσάρο, τον Τσάρο
Τυχαίες λέξεις
Trötta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπος, κόπωση, κουράζω, εξαντλώ, κουρασμένος, εξαντλημένος, κούραση, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα