Çekmek στα ελληνικά
Μετάφραση: çekmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισύρω, υπομένω, εξαναγκάζω, ζωγραφίζω, τράβηγμα, βία, έλκω, αντέχω, τραβώ, σέρνω, στουπί, ρυμουλκώ, προσελκύω, δύναμη, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- çekme στα ελληνικά - ζωγραφίζω, τραβώ, επισύρω, έλκω, τράβηγμα, σχέδιο, σχεδίου, ...
- çekmece στα ελληνικά - συρτάρι, συρταριού, το συρτάρι, συρταριών, του συρταριού
- çelenk στα ελληνικά - στεφάνι, το στεφάνι, στεφανιού, στέφανο, στέφανος
- çelik στα ελληνικά - ατσάλι, χάλυβας, ατσαλένιος, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
Τυχαίες λέξεις
Çekmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισύρω, υπομένω, εξαναγκάζω, ζωγραφίζω, τράβηγμα, βία, έλκω, αντέχω, τραβώ, σέρνω, στουπί, ρυμουλκώ, προσελκύω, δύναμη, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν
Μεταφράσεις: επισύρω, υπομένω, εξαναγκάζω, ζωγραφίζω, τράβηγμα, βία, έλκω, αντέχω, τραβώ, σέρνω, στουπί, ρυμουλκώ, προσελκύω, δύναμη, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν