Τράβηγμα στα τούρκικα
Μετάφραση: τράβηγμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çekme, çekmek, çizim, Çizimi, resim
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τράβηγμα
τράβηγμα μυών, τράβηγμα στον προσαγωγό, τράβηγμα πίσω από το γόνατο, τράβηγμα στη γάμπα, τράβηγμα στη γάμπα αντιμετωπιση, τράβηγμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, τράβηγμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τούρλα στα τούρκικα - Tourla
- τούφα στα τούρκικα - püskül, tutam, küme, bir püskül
- τράνταγμα στα τούρκικα - sarsma, silkme, sarsıntı, şok, darbe, sallanma, dürtmek
- τράπεζα στα τούρκικα - banka, kıyı, Bank, bankası, bankanın
Τυχαίες λέξεις
Τράβηγμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çekme, çekmek, çizim, Çizimi, resim
Μεταφράσεις: çekme, çekmek, çizim, Çizimi, resim