Önlük στα ελληνικά
Μετάφραση: önlük, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποδιά, ποδιά που, ποδιάς, ασφαλτοτάπητα, ελιγμών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- önemsiz στα ελληνικά - ελαφρύς, μικρός, ελάσσων, στενός, ισχνός, ψιλός, λιγνός, ...
- önlemek στα ελληνικά - αποτρέπω, εμποδίζω, απαγορεύω, παρακωλύω, προλαβαίνω, αποκλείω, αποφύγετε, ...
- önsezi στα ελληνικά - διαίσθηση, διαίσθησή, διαίσθησης, τη διαίσθηση, η διαίσθηση
- önsöz στα ελληνικά - σκεπτικό, πρόλογος, πρόλογο, προλόγου, πρόλογό, προλογίζει
Τυχαίες λέξεις
Önlük στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποδιά, ποδιά που, ποδιάς, ασφαλτοτάπητα, ελιγμών
Μεταφράσεις: ποδιά, ποδιά που, ποδιάς, ασφαλτοτάπητα, ελιγμών