Islık στα ελληνικά

Μετάφραση: ıslık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφυρίζω, σφύριγμα, σφυρίχτρα, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα
Islık στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ıslanmak στα ελληνικά - μουσκεύω, εμποτίζω, βραχεί, να βραχεί, βραχούν, εισέλθει υγρασία, βρέχονται
  • ıslatmak στα ελληνικά - μουσκεύω, βρέχω, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
  • ıssız στα ελληνικά - μοναχικός, γλώσσα, μόνος, μόνο, ασυντρόφευτος, μοναχός, απόκοσμος, ...
  • ıstakoz στα ελληνικά - αστακός, αστακό, αστακού, αστακών, τον αστακό
Τυχαίες λέξεις
Islık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφυρίζω, σφύριγμα, σφυρίχτρα, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα