Benek στα ελληνικά

Μετάφραση: benek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουκίδα, αιχμή, δείχνω, στίγμα, επισημαίνω, σημαδάκι, κηλίδα, κηλίδων, των κηλίδων
Benek στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • belli στα ελληνικά - εναργής, σκέτο, προφανής, εμφανής, φαινομενικός, κάμπος, έκδηλος, ...
  • bencillik στα ελληνικά - ιδιοτέλεια, εγωισμό, εγωισμός, εγωισμού, τον εγωισμό
  • beni στα ελληνικά - εμένα, μου, με, μένα, μου να
  • bent στα ελληνικά - παράγραφος, θα ήθελα, εγώ θα ήθελα, που θα ήθελα, θα επιθυμούσα
Τυχαίες λέξεις
Benek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουκίδα, αιχμή, δείχνω, στίγμα, επισημαίνω, σημαδάκι, κηλίδα, κηλίδων, των κηλίδων