Değirmen στα ελληνικά
Μετάφραση: değirmen, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- değersiz στα ελληνικά - άχρηστος, άνευ αξίας, άχρηστη, άχρηστα, άχρηστο
- değil στα ελληνικά - κανένας, όχι, δεν, δεν είναι, ότι δεν είναι, δεν αποτελεί
- değişik στα ελληνικά - διάφορος, διάφορα, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
- değişiklik στα ελληνικά - αλλάζω, παραλλάζω, μεταβολή, τροποποίηση, μετατροπή, παραλλαγή, αλλαγή, ...
Τυχαίες λέξεις
Değirmen στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Μεταφράσεις: αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο