Αλέθω στα τούρκικα
Μετάφραση: αλέθω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
değirmen, fabrika, eziyet, öğütmek, çektirmek, inek öğrenci, inekleme
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλέθω
αλέθω in english, αλέθω στα αγγλικα, αλέθω παρατατικος, αλέθω σιτάρι, αλέθω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αλέθω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αλάνθαστος στα τούρκικα - yanılmaz, şaşmaz, hatasız, şaşmaz bir, yanılmaz bir
- αλάτι στα τούρκικα - sodyum, tuzlamak, tuz, tuzlu, tuzu, bir tuzu, tuzunun
- αλέτρι στα τούρκικα - pulluk, kulaklı pulluk, saban, plough, temizleyici
- αλήθεια στα τούρκικα - doğruluk, çok, pek, eken, gerçek, gerçeği, hakikat, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλέθω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: değirmen, fabrika, eziyet, öğütmek, çektirmek, inek öğrenci, inekleme
Μεταφράσεις: değirmen, fabrika, eziyet, öğütmek, çektirmek, inek öğrenci, inekleme