Durmak στα ελληνικά

Μετάφραση: durmak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραμένω, σταματώ, ησυχασμός, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, μένω, εξέδρα, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται
Durmak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • durgunluk στα ελληνικά - νηνεμία, ήρεμος, αταραξία, ύφεση, ύφεσης, την ύφεση, κρίση, ...
  • durma στα ελληνικά - μένω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
  • durum στα ελληνικά - πάθηση, τόπος, εξέδρα, παράδειγμα, τοποθετώ, θέση, κατάσταση, ...
  • duruş στα ελληνικά - τοποθεσία, τόπος, τοποθετώ, θέση, μέρος, στάση, τη στάση, ...
Τυχαίες λέξεις
Durmak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραμένω, σταματώ, ησυχασμός, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, μένω, εξέδρα, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται