Görüşmek στα ελληνικά
Μετάφραση: görüşmek, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- görüş στα ελληνικά - πανόραμα, προοπτική, πλευρά, τοπίο, όραση, ορίζοντας, άποψη, ...
- görüşme στα ελληνικά - συνέντευξη, διαπραγμάτευση, λέξη, μιλώ, ομιλία, συζήτηση, συνέντευξης, ...
- gösteri στα ελληνικά - παρέλαση, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν
- göstermek στα ελληνικά - σημαίνω, ξεσκεπάζω, ανταποκρίνομαι, εμφαίνω, συμφωνώ, παρουσιάζω, εκθέτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Görüşmek στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε
Μεταφράσεις: συζητώ, συζητήσει, συζητήσουν, συζητούν, να συζητήσουν, συζητήσουμε