Göz στα ελληνικά
Μετάφραση: göz, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- götürmek στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, λαμβάνει, να λάβει, λαμβάνουν, λάβει, λάβουν
- gövde στα ελληνικά - μπαούλο, προβοσκίδα, σώμα, σεντούκι, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, ...
- gözdağı στα ελληνικά - απειλή, εκφοβισμός, εκφοβισμού, εκφοβισμό, τον εκφοβισμό, εκφοβισμούς
- gözenek στα ελληνικά - πόρος, πόρων, πόρου, των πόρων, πόρους
Τυχαίες λέξεις
Göz στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Μεταφράσεις: μάτι, οφθαλμός, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού