Karayılan στα ελληνικά
Μετάφραση: karayılan, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οχιά, δρομεύς, Racer, δρομέας, αγωνιστικό, δρομέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kararsız στα ελληνικά - ασταθής, αλλοπρόσαλλος, διστακτικός, ευμετάβλητος, ασταθή, ασταθείς, ασταθές, ...
- karartmak στα ελληνικά - αμαυρώνω, θολώνω, συσκοτίζω, συγχύζω, συσκοτίσετε, συσκοτίσετε τον
- kardeşlik στα ελληνικά - αδελφότητα, αδελφοσύνη, αδελφοσύνης, αδελφότητας, την αδελφοσύνη
- kardeşçe στα ελληνικά - αδερφικός, αδελφικός, αδελφική, αδελφικής, αδελφικές, αδελφικό
Τυχαίες λέξεις
Karayılan στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: οχιά, δρομεύς, Racer, δρομέας, αγωνιστικό, δρομέα
Μεταφράσεις: οχιά, δρομεύς, Racer, δρομέας, αγωνιστικό, δρομέα