Keçe στα ελληνικά
Μετάφραση: keçe, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
Μεταφράσεις
- keyifli στα ελληνικά - εύθυμος, χαρούμενος, κεφάτος, ομοφυλόφιλος, φαιδρός, ευχάριστος, ευχάριστη, ...
- keza στα ελληνικά - επίσης, επιπλέον, άλλωστε, και, παρομοίως, επίσης να, επίσης και
- keçi στα ελληνικά - γίδα, κατσίκα, αίγα, κατσίκας, κατσικίσιο
- keşfetmek στα ελληνικά - ανιχνεύω, ανακαλύπτω, διερευνήσει, να διερευνήσει, εξερευνήστε, εξερευνήσουν, εξερευνήσετε
Τυχαίες λέξεις
Keçe στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές
Μεταφράσεις: τσόχα, αισθανόμουν, ένιωθα, ένιωσα, αισθάνθηκε, αισθητή, αισθητές