Αισθανόμουν στα τούρκικα

Μετάφραση: αισθανόμουν, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
keçe, duygu, hissi, bir duygu, duygusu, his
Αισθανόμουν στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισθανόμουν

αισθανόμουν λεξικό γλώσσας τούρκικα, αισθανόμουν στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αισθάνομαι στα τούρκικα - duymak, duyu, hissetmek, hissediyorum, hissedeceksiniz, hissetmiyorum, hissetmeye
  • αισθήσεις στα τούρκικα - duyular, duyuları, duyularınızı, duyuların, duyularımız
  • αισθησιακός στα τούρκικα - şehvetli, duygusal, sensual, duyusal, tensel
  • αισθητά στα τούρκικα - önemli ölçüde, anlamlı, belirgin, anlamlı olarak, anlamlı derecede
Τυχαίες λέξεις
Αισθανόμουν στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: keçe, duygu, hissi, bir duygu, duygusu, his