Ένιωθα στα τούρκικα

Μετάφραση: ένιωθα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
keçe, Ben, I, ı, bir
Ένιωθα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένιωθα

ένιωθα λεξικό γλώσσας τούρκικα, ένιωθα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ένεση στα τούρκικα - enjeksiyon, enjeksiyonu, püskürtme, enjeksiyonlu, enjeksiyonla
  • ένζυμο στα τούρκικα - enzim, enzimi, enzimin, enzimdir
  • έννοια στα τούρκικα - endişe, kaygı, üzüntü, anlam, tasa, anlamı, anlamına, ...
  • ένοικος στα τούρκικα - kiracı, kiracının, kiracısı, bir kiracı, tenant
Τυχαίες λέξεις
Ένιωθα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: keçe, Ben, I, ı, bir