Millet στα ελληνικά

Μετάφραση: millet, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσγειώνω, ιθαγένεια, έδαφος, υπηκοότητα, προσγειώνομαι, χώρα, έθνος, πατρίδα, εξοχή, έθνους, κράτους, χώρας
Millet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mikrop στα ελληνικά - μικρόβιο, φύτρο, φύτρα, γεννητικών, γεννητικά
  • miktar στα ελληνικά - ποσόν, μοιράζω, ανέρχομαι, ποσό, αγορά, ποσότητα, ποσού, ...
  • milli στα ελληνικά - εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
  • milyon στα ελληνικά - εκατομμύριο, εκατ, εκατομμύρια, εκατομμυρίων, εκ
Τυχαίες λέξεις
Millet στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσγειώνω, ιθαγένεια, έδαφος, υπηκοότητα, προσγειώνομαι, χώρα, έθνος, πατρίδα, εξοχή, έθνους, κράτους, χώρας