Oyuncu στα ελληνικά
Μετάφραση: oyuncu, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίκτης, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oyun στα ελληνικά - παιχνίδι, παίζω, παριστάνω, έργο, παιχνιδιού, το παιχνίδι, παιχνιδιών, ...
- oyuncak στα ελληνικά - παιχνίδι, παιχνιδιών, παιχνιδιού, παιχνίδια, των παιχνιδιών
- oğlan στα ελληνικά - αγόρι, παιδί, αγοριού, αγόρι που, το αγόρι
- oğul στα ελληνικά - υιός, αγόρι, καμάρι, γιός, γιος, γιο, ο γιος
Τυχαίες λέξεις
Oyuncu στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίκτης, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής
Μεταφράσεις: παίκτης, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής