Pratik στα ελληνικά
Μετάφραση: pratik, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- potansiyel στα ελληνικά - πιθανότητα, τάση, ενδεχόμενος, δυνητικός, δυναμικό, δυνητικών, δυνητική, ...
- pozitif στα ελληνικά - θετικός, θετική, θετικό, θετικά, θετικές
- prens στα ελληνικά - πρίγκιπας, πρίγκιπα, πρίγκηπα, πρίγκηπας, ηγεμόνα
- prestij στα ελληνικά - αίγλη, γόητρο, κύρος, κύρους, το κύρος, γοήτρου
Τυχαίες λέξεις
Pratik στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
Μεταφράσεις: πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά