Πρακτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: πρακτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kullanışlı, pratik, uygulamalı, pratik bir, uygulama
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτικός
πρακτικός οδηγός του δικαστικού αντιπροσώπου, πρακτικός ιδεαλισμός, πρακτικός οδηγός για τις εκλογές, πρακτικός οδηγός για δικαστικούς αντιπροσώπους 2014, πρακτικός οδηγός, πρακτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, πρακτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πραγματοποιώ στα τούρκικα - gerçekleştirmek, fark, farkında, farkına, elde
- πρακτική στα τούρκικα - uygulama, pratik, uygulamadır, bir uygulama, bir uygulamadır
- πρακτορείο στα τούρκικα - büro, yazıhane, ajans, ajansı, acentesi, kurumu, acente
- πραμάτεια στα τούρκικα - mal, Eşyalar, Merchandise, Ticari, eşyaların
Τυχαίες λέξεις
Πρακτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kullanışlı, pratik, uygulamalı, pratik bir, uygulama
Μεταφράσεις: kullanışlı, pratik, uygulamalı, pratik bir, uygulama