Vatandaşlık στα ελληνικά
Μετάφραση: vatandaşlık, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπηκοότητα, ιθαγένεια, την ιθαγένεια, ιδιότητας του πολίτη, ιδιότητα του πολίτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vasıtasıyla στα ελληνικά - κάθε, ανά, με, από, κατά, από την, του
- vatan στα ελληνικά - μέρος, σπίτι, τόπος, τοποθετώ, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, ...
- vazgeçilebilir στα ελληνικά - περιττός, διαθέσιμος, περιττό, περιττή, επουσιώδη
- vazgeçilmez στα ελληνικά - ουσιώδης, απαραίτητος, απαραίτητη, απαραίτητο, απαραίτητες, απαραίτητα
Τυχαίες λέξεις
Vatandaşlık στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπηκοότητα, ιθαγένεια, την ιθαγένεια, ιδιότητας του πολίτη, ιδιότητα του πολίτη
Μεταφράσεις: υπηκοότητα, ιθαγένεια, την ιθαγένεια, ιδιότητας του πολίτη, ιδιότητα του πολίτη