Yırtılmak στα ελληνικά
Μετάφραση: yırtılmak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάκρυ, σχίζω, σκίζω, ξήλωμα, ξεσκίζω, ΠΕΕ, rip
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- yıllık στα ελληνικά - ετήσιος, καζαμίας, ετήσια, ετήσιες, ετήσιο, ετήσιας
- yıpranmak στα ελληνικά - ξεφτίζω, συμπλοκή, φθορά, φορούν, φοράτε, φορέσει, να φορούν
- yığmak στα ελληνικά - αποθησαυρίζω, συσσωρεύω, καραμπόλα, συσσωρεύονται, να συσσωρεύονται, συσσωρεύουν επάνω, συσσωρεύονται τα
- yığın στα ελληνικά - στοιβάζω, σωρός, στοίβα, ανάχωμα, στοιβάδα, καπνοδόχος, στοίβας, ...
Τυχαίες λέξεις
Yırtılmak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάκρυ, σχίζω, σκίζω, ξήλωμα, ξεσκίζω, ΠΕΕ, rip
Μεταφράσεις: δάκρυ, σχίζω, σκίζω, ξήλωμα, ξεσκίζω, ΠΕΕ, rip