Yakmak στα ελληνικά

Μετάφραση: yakmak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καίω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
Yakmak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • yakalanmak στα ελληνικά - αρπάζω, πιάνω, πιάσουν, να πιαστούν, να εμπλακούμε, πιαστούν, παρασυρθούμε
  • yakan στα ελληνικά - κοντά, καύση, καύσης, κάψιμο, την καύση, καψίματος
  • yakut στα ελληνικά - ρουμπίνι, Ruby, ρουμπινί, ρουμπινιού, το ρουμπίνι
  • yakınlık στα ελληνικά - εγγύτητα, εγγύτητας, κοντά, απόσταση, γειτνίαση
Τυχαίες λέξεις
Yakmak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: καίω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται