Účtenka στα ελληνικά
Μετάφραση: účtenka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, αναχαιτίζω, ανακόπτω, καρέ, ράμφος, λογαριασμός, νομοσχέδιο, παραλαβή, παραλαβής, την παραλαβή, λήψη, τη λήψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diskvalifikovat στα ελληνικά - αποκλείσει, να αποκλείσει, αποκλείει, αποκλεισμό, αποκλείσουν
- nadzvukový στα ελληνικά - υπερηχητικός, υπερηχητική, υπερηχητικά, υπερηχητικό, υπερηχητικές
- ohromit στα ελληνικά - αποβλακώνω, ξαφνιάζω, εκπλήσσω, συντρίβω, αποσβολώνω, έκπληξη, ζαλίζω, ...
- opozdilec στα ελληνικά - latecomer, που προσέρχε- ται καθυστερημένα, προσέρχε- ται καθυστερημένα
Τυχαίες λέξεις
Účtenka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, αναχαιτίζω, ανακόπτω, καρέ, ράμφος, λογαριασμός, νομοσχέδιο, παραλαβή, παραλαβής, την παραλαβή, λήψη, τη λήψη
Μεταφράσεις: σταματώ, αναχαιτίζω, ανακόπτω, καρέ, ράμφος, λογαριασμός, νομοσχέδιο, παραλαβή, παραλαβής, την παραλαβή, λήψη, τη λήψη