Úkol στα ελληνικά
Μετάφραση: úkol, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποστολή, ανάθεση, λειτουργία, φροντίδα, καθήκον, δουλειά, λειτουργώ, κατηγορία, δεξίωση, έργο, εργασία, αποστολής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- iluzionista στα ελληνικά - μάγος, ταχυδακτυλουργός, θαυματοποιός, ταχυδακτυλουργικά, illusionist, θαυματοποιό
- nactiutrhač στα ελληνικά - συκοφάντης
- obscénní στα ελληνικά - βρώμικος, αισχρός, άσεμνος, ασελγής, βρόμικος, ακάθαρτος, απαίσιος, ...
- ochranný στα ελληνικά - προστατευτικός, προστασίας, προστατευτικό, προστατευτική, προστατευτικά
Τυχαίες λέξεις
Úkol στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποστολή, ανάθεση, λειτουργία, φροντίδα, καθήκον, δουλειά, λειτουργώ, κατηγορία, δεξίωση, έργο, εργασία, αποστολής
Μεταφράσεις: αποστολή, ανάθεση, λειτουργία, φροντίδα, καθήκον, δουλειά, λειτουργώ, κατηγορία, δεξίωση, έργο, εργασία, αποστολής