Útržkovitý στα ελληνικά

Μετάφραση: útržkovitý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόχειρος, αποσπασματικός, ετερόκλητος, αποσπασματικό, scrappy, κομματιασμένα
Útržkovitý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • delegát στα ελληνικά - αντιπρόσωπος, απεσταλμένος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο
  • leštidlo στα ελληνικά - γυαλίζω, βερνίκι, στιλβώνω, λουστράρω, λούστρο, στίλβωση, Πολωνός, ...
  • locika στα ελληνικά - μαρούλι, Cos, Κω, την Κω, Οοδ, Μαρούλι
  • ohledat στα ελληνικά - επιθεωρώ, καρέ, εξετάζω, σταματώ, αναχαιτίζω, εποπτεύω, ανακόπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Útržkovitý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόχειρος, αποσπασματικός, ετερόκλητος, αποσπασματικό, scrappy, κομματιασμένα