Činže στα ελληνικά
Μετάφραση: činže, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοικιάζω, νοίκι, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blecha στα ελληνικά - ψύλλος, ψύλλων, ψύλλους, υπαίθρια, από ψύλλους
- gáza στα ελληνικά - γάζα, ζεσταίνω, γάζας, γάζες, μεταλλικά, πλέγμα
- junák στα ελληνικά - νεότητα, νεαρός, JUNAK, ομάδα JUNAK, ομάδας JUNAK, την ομάδα JUNAK, στην ομάδα JUNAK
- klimatický στα ελληνικά - κλιματολογικός, κλιματικές, κλιματολογικές, κλιματικών, κλιματικά
Τυχαίες λέξεις
Činže στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοικιάζω, νοίκι, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Μεταφράσεις: ενοικιάζω, νοίκι, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος