Aktuální στα ελληνικά

Μετάφραση: aktuální, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πραγματικός, τωρινός, καίριος, αληθινός, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
Aktuální στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktualizovat στα ελληνικά - αναβαθμίζω, αναβάθμιση, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
  • aktualizování στα ελληνικά - ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημέρωσης, την ενημέρωση, αναπροσαρμογή
  • akumulovat στα ελληνικά - αποθησαυρίζω, κομπόδεμα, συλλέγω, προκύπτω, προστίθεμαι, απόθεμα, συσσωρεύω, ...
  • akupunktura στα ελληνικά - βελονισμός, βελονισμού, βελονισμό, ο βελονισμός, το βελονισμό
Τυχαίες λέξεις
Aktuální στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πραγματικός, τωρινός, καίριος, αληθινός, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας