Bodnout στα ελληνικά

Μετάφραση: bodnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντρί, μαχαιρώνω, κεντρίζω, τσιτώνω, κεντώ, κέντημα, τσιμπώ, τρυπώ, μπηχτή, μαχαιριά, σταθ, πλήγμα, μαχαίρι, κτυπήματα
Bodnout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bodlina στα ελληνικά - αγκάθι, σπονδυλική στήλη, σπονδυλικής στήλης, της σπονδυλικής στήλης, ράχη, σπονδυλικής
  • bodlák στα ελληνικά - γαϊδουράγκαθο, αγκάθι, Thistle, γαϊδουράγκαθου, Θιστλ, Το Thistle
  • bodnutí στα ελληνικά - τσιτώνω, τσιμπώ, κεντρίζω, κεντρί, κεντώ, κέντημα, τρυπώ, ...
  • bodrost στα ελληνικά - facetiousness
Τυχαίες λέξεις
Bodnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντρί, μαχαιρώνω, κεντρίζω, τσιτώνω, κεντώ, κέντημα, τσιμπώ, τρυπώ, μπηχτή, μαχαιριά, σταθ, πλήγμα, μαχαίρι, κτυπήματα