Certifikát στα ελληνικά

Μετάφραση: certifikát, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Certifikát στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ceremoniál στα ελληνικά - τελετουργικός, εθιμοτυπικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά
  • ceremoniální στα ελληνικά - τελετουργικός, εθιμοτυπικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά
  • cesium στα ελληνικά - καίσιο, καισίου, περιεκτικότητα σε καίσιο, κεσίου, σε καίσιο
  • cesmína στα ελληνικά - πρίνος, Holly, πουρνάρια, ιερά, πουρνάρι
Τυχαίες λέξεις
Certifikát στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό