Dřít στα ελληνικά

Μετάφραση: dřít, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπος, νύξη, κέντρισμα, μόχθος, σκάβω, σαρκασμός, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το
Dřít στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dřímat στα ελληνικά - υπνάκος, νυστάζω, μισοκοιμάμαι
  • dřímota στα ελληνικά - νύστα, ελαφρός ύπνος, κοιμάμαι ελαφρά, ύπνο, λήθαργο, slumber
  • dříve στα ελληνικά - κάποτε, προτού, πριν, προηγούμενα, άλλοτε, εφάπαξ, νωρίτερα, ...
  • dříví στα ελληνικά - ξύλο, ξυλεία, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο
Τυχαίες λέξεις
Dřít στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπος, νύξη, κέντρισμα, μόχθος, σκάβω, σαρκασμός, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το