Decentní στα ελληνικά
Μετάφραση: decentní, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευπρεπής, πρέπων, εύσχημος, ταπεινός, διακριτική, διακριτικό, διακριτικές, διακριτικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- debilita στα ελληνικά - ατονία, μωρία
- decentralizace στα ελληνικά - αποκέντρωση, αποκέντρωσης, την αποκέντρωση, η αποκέντρωση, της αποκέντρωσης
- decentralizovat στα ελληνικά - αποκεντρώσει, αποκέντρωση, την αποκέντρωση, αποκέντρωση της, αποκέντρωση των
Τυχαίες λέξεις
Decentní στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευπρεπής, πρέπων, εύσχημος, ταπεινός, διακριτική, διακριτικό, διακριτικές, διακριτικά
Μεταφράσεις: ευπρεπής, πρέπων, εύσχημος, ταπεινός, διακριτική, διακριτικό, διακριτικές, διακριτικά