Dodávat στα ελληνικά

Μετάφραση: dodávat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφοδιάζω, παραδίδω, εκφωνώ, προμήθεια, δανείζω, προμηθεύω, παρέχω, παροχή, χορήγηση, προσθέτω, προνοώ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν
Dodávat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dodržování στα ελληνικά - παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, εμμονή, συμμόρφωση, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, ...
  • dodání στα ελληνικά - παραλαβή, παράδοση, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
  • dodávka στα ελληνικά - παράδοση, παραλαβή, προμήθεια, παρέχω, μέριμνα, χορήγηση, παροχή, ...
  • dodělat στα ελληνικά - περατώνω, ολόκληρος, ολοκληρώνω, τελειώνω, τερματισμός, τέλος, φινίρισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Dodávat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφοδιάζω, παραδίδω, εκφωνώ, προμήθεια, δανείζω, προμηθεύω, παρέχω, παροχή, χορήγηση, προσθέτω, προνοώ, παραδώσει, διατυπώνει, διατυπώνει τη, παρέχουν, προσφέρουν