Προμηθεύω στα τσεχικά
Μετάφραση: προμηθεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zásobovat, vybavit, obstarávat, zařizovat, zařídit, vybavovat, zásobit, poskytnout, opatřit, obstarat, dodávat, předat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προμηθεύω
προμηθεύω στα αγγλικα, προμηθεύω in english, προμηθεύω συνώνυμα, προμηθεύω αγγλικα, προμηθεύω με, προμηθεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, προμηθεύω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- προμηθευτής στα τσεχικά - zásobitel, zásobovatel, dodavatel, s dodavately, dodavately, se s dodavately, dodavatelů
- προμηθεύομαι στα τσεχικά - dostávat, dobývat, převládat, obdržet, získat, nabýt, trvat, ...
- προνοητικός στα τσεχικά - předvídavý, prozíravý, prozíravá, dalekozraký, prozíravé, farsighted
- προνοητικότητα στα τσεχικά - opatrnost, muška, předvídavost, prozíravost, obezřetnost, obezřelost, předvídání, ...
Τυχαίες λέξεις
Προμηθεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zásobovat, vybavit, obstarávat, zařizovat, zařídit, vybavovat, zásobit, poskytnout, opatřit, obstarat, dodávat, předat
Μεταφράσεις: zásobovat, vybavit, obstarávat, zařizovat, zařídit, vybavovat, zásobit, poskytnout, opatřit, obstarat, dodávat, předat