Dok στα ελληνικά
Μετάφραση: dok, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβλήτα, λάπαθο, αράζω, λεκάνη, αποβάθρα, προκυμαία, βάση σύνδεσης, βάση σύνδεσης για, dock
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dojímavý στα ελληνικά - συγκινητικός, συγκινητικό, συγκινητική, αγγίζοντας, επαφή, άγγιγμα
- dojít στα ελληνικά - έρχομαι, συμβαίνω, έλα, έρθει, έρχονται, προέρχονται, έρθουν
- dokazovat στα ελληνικά - αποδεικνύω, δείχνω, παράσταση, εμφαίνω, διαφωνώ, διαπληκτίζομαι, επιχειρηματολογώ, ...
- dokazování στα ελληνικά - απόδειξη, μαρτυρία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία, αποδείξεις
Τυχαίες λέξεις
Dok στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβλήτα, λάπαθο, αράζω, λεκάνη, αποβάθρα, προκυμαία, βάση σύνδεσης, βάση σύνδεσης για, dock
Μεταφράσεις: προβλήτα, λάπαθο, αράζω, λεκάνη, αποβάθρα, προκυμαία, βάση σύνδεσης, βάση σύνδεσης για, dock