Dopadení στα ελληνικά
Μετάφραση: dopadení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόβος, σύλληψη, ταραχή, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dopad στα ελληνικά - μειώνομαι, εκπίπτω, χτύπημα, ορμή, επίδραση, πέφτω, ρανίδα, ...
- dopadat στα ελληνικά - χωλαίνω, κουτσαίνω, χαλαρός, αποδεικνύονται, αποδειχθεί, αποδειχθούν, να αποδειχθεί, ...
- dopadnout στα ελληνικά - κλυδωνίζομαι, γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις
- dopalovat στα ελληνικά - παρενοχλώ, μελαγχολώ, ερεθίζω, ταράσσομαι, ενοχλώ, εξοργίζω, αναστατώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Dopadení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόβος, σύλληψη, ταραχή, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Μεταφράσεις: φόβος, σύλληψη, ταραχή, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση