Dopravovat στα ελληνικά

Μετάφραση: dopravovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετάθεση, στέλνω, μεταβίβαση, μεταδίδω, μεταβιβάζω, κουβαλώ, διαβιβάζω, φεριμπότ, μεταγράφω, πλοίο, συνεπαίρνω, μεταφέρω, μετατάσσω, μεταφορά, αποστάσεων, ανάσυρση, ανάσυρσης, προορισμούς, αποστάσεις
Dopravovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dopravit στα ελληνικά - μεταγράφω, μεταδίδω, παίρνω, μετατάσσω, μετάθεση, συνεπαίρνω, μπροστινός, ...
  • dopravník στα ελληνικά - μεταφορέας, μεταφορέα, μεταφοράς, μεταφορική, μεταφορέως
  • doprovod στα ελληνικά - συνοδεία, συνοδεύω, σουίτα, ακολουθία, καβαλιέρος, συνοδείας, συνοδευτικό, ...
  • doprovodit στα ελληνικά - συνοδεύω, ακολουθία, καβαλιέρος, ακολουθώ, συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, ...
Τυχαίες λέξεις
Dopravovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετάθεση, στέλνω, μεταβίβαση, μεταδίδω, μεταβιβάζω, κουβαλώ, διαβιβάζω, φεριμπότ, μεταγράφω, πλοίο, συνεπαίρνω, μεταφέρω, μετατάσσω, μεταφορά, αποστάσεων, ανάσυρση, ανάσυρσης, προορισμούς, αποστάσεις