Družit στα ελληνικά

Μετάφραση: družit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, συνδέω, κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, ανακατώνομαι, αναμιγνύω, ανακατεψουν, σμίξει, να σμίξει
Družit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • družice στα ελληνικά - δορυφόρος, δορυφορική, δορυφορικά, δορυφορικής, δορυφόρου
  • družina στα ελληνικά - σουίτα, τρένο, ακολουθία, αμαξοστοιχία, εκπαιδεύω, τραίνο, σταθμό, ...
  • družnost στα ελληνικά - κοινωνικότητα, κοινωνικότητας, την κοινωνικότητα, της κοινωνικότητας, κοινωνικότητά
  • družný στα ελληνικά - φιλικός, κοινωνικός, αγελαίος, κοινωνικό, κοινωνικότητα, κοινωνικοί, κοινωνικά
Τυχαίες λέξεις
Družit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, συνδέω, κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, ανακατώνομαι, αναμιγνύω, ανακατεψουν, σμίξει, να σμίξει