Fotografovat στα ελληνικά

Μετάφραση: fotografovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτογραφία, φωτογραφίζω, φωτογραφίας, φωτογραφίες, τη φωτογραφία, φωτογραφία που
Fotografovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fotografie στα ελληνικά - φωτογραφία, εικόνα, φωτογραφίζω, φωτογραφίες, φωτογραφιών, τις φωτογραφίες, οι φωτογραφίες, ...
  • fotografka στα ελληνικά - φωτογράφος, φωτογράφου, φωτογράφο
  • fotografování στα ελληνικά - φωτογραφία, φωτογραφιών, φωτογραφίας, τη φωτογραφία, φωτογράφηση
  • fotokopie στα ελληνικά - φωτοτυπία, φωτοαντίγραφο, φωτοαντιγραφικών, φωτοτυπικό, φωτοαντιγράφου
Τυχαίες λέξεις
Fotografovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτογραφία, φωτογραφίζω, φωτογραφίας, φωτογραφίες, τη φωτογραφία, φωτογραφία που