Hořlavý στα ελληνικά

Μετάφραση: hořlavý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθιασμένος, καύσιμος, εύφλεκτος, φλογερός, εύφλεκτα, εύφλεκτο, εύφλεκτων, εύφλεκτες
Hořlavý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hořlavina στα ελληνικά - καύσιμα, καύσιμος, καύσιμο, τροφοδοτώ, Εύφλεκτα, Εύφλεκτες, εύφλεκτων, ...
  • hořlavost στα ελληνικά - ευφλεκτότητα, ευφλεκτότητας, αναφλεξιμότητας, εύφλεκτα, καυσιμότητα
  • hořící στα ελληνικά - φλογερός, παθιασμένος, φλεγόμενος, καύση, καύσης, κάψιμο, την καύση, ...
  • hořčice στα ελληνικά - μουστάρδα, μουστάρδας, σιναπιού, τη μουστάρδα, σινάπι
Τυχαίες λέξεις
Hořlavý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθιασμένος, καύσιμος, εύφλεκτος, φλογερός, εύφλεκτα, εύφλεκτο, εύφλεκτων, εύφλεκτες