Indikovat στα ελληνικά
Μετάφραση: indikovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δείχνω, φανερώνω, εμφαίνω, υποδεικνύουν, δείχνουν, υποδηλώνουν, αναφέρει, αναφέρουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- indiferentní στα ελληνικά - αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί
- indikace στα ελληνικά - ένδειξη, ένδειξης, ενδείξεις, αναφορά, αναγραφή
- indikátor στα ελληνικά - φλας, πίνακας, δείκτης, δείκτη, ένδειξη, ενδεικτική, δεικτών
- indiskrétnost στα ελληνικά - απερισκεψία, αθυροστομία, ασυνεσία, αδιακρισία, ακριτομυθίας
Τυχαίες λέξεις
Indikovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δείχνω, φανερώνω, εμφαίνω, υποδεικνύουν, δείχνουν, υποδηλώνουν, αναφέρει, αναφέρουν
Μεταφράσεις: δείχνω, φανερώνω, εμφαίνω, υποδεικνύουν, δείχνουν, υποδηλώνουν, αναφέρει, αναφέρουν