Jeden στα ελληνικά

Μετάφραση: jeden, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μία, ένας, λίγοι, μερικός, μερικοί, ένα, μια, ενός
Jeden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jařmo στα ελληνικά - ζεύω, ζυγός, ζυγό, ζυγού, πηνίου, ζύγωμα
  • jed στα ελληνικά - δηλητήριο, δηλητηρίου, δηλητηριάσεων, το δηλητήριο, δηλητηριώδη
  • jedenáct στα ελληνικά - έντεκα, ένδεκα, από έντεκα
  • jedenáctka στα ελληνικά - έντεκα, ένδεκα, από έντεκα
Τυχαίες λέξεις
Jeden στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μία, ένας, λίγοι, μερικός, μερικοί, ένα, μια, ενός