Kára στα ελληνικά

Μετάφραση: kára, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύμβος, αραμπάς, κουβαλώ, χειράμαξα, Barrow, ύψωμα, το χειραμάξιο, του χειραμάξιου
Kára στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kánoe στα ελληνικά - κανό, κανόε, canoe, με κανό, το κανό
  • kápě στα ελληνικά - κουκούλα, κουκούλας, καπό, κάλυμμα, απορροφητήρα
  • kárat στα ελληνικά - μέμψη, τιμωρώ, κατακρίνω, μέμφομαι, αποπαίρνω, διορθώνω, επικρίνω, ...
  • kárný στα ελληνικά - disciplinary
Τυχαίες λέξεις
Kára στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύμβος, αραμπάς, κουβαλώ, χειράμαξα, Barrow, ύψωμα, το χειραμάξιο, του χειραμάξιου